Τρίτη 28 Δεκεμβρίου 2010
Η ΒΟΝΑΠΑΡΤΙΣΤΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ
Ένα από τα κεντρικά ζητήματα στην εισήγηση του Στάλιν στο 18ο Συνέδριο του Κόμματος στη Μόσχα είταν αναμφίβολα η καινούργια θεωρία του για το κράτος! Ο Στάλιν αποτόλμησε να μπει σ’ αυτόν τον επικίνδυνο χώρο όχι από καμιά έμφυτη κλίση αλλά από ανάγκη. Μόλις πριν λίγο καιρό οι δικαστές Κριλένκο και Πασουκάνις, και οι δύο ορθόδοξοι σταλινικοί, απομακρύνθηκαν από τις θέσεις τους και συντρίφτηκαν από τον Στάλιν γιατί επανέλαβαν τις ιδέες των Μαρξ, Έγκελς και Λένιν στο ζήτημα ότι ο σοσιαλισμός συνεπάγεται μια βαθμιαία απονέκρωση του κράτους. Αυτή η θεωρία δεν μπορεί βέβαια να γίνει αποδεχτή από το κυρίαρχο Κρεμλίνο. Γιατί να εξαφανιστεί τόσο γρήγορα; Η γραφειοκρατία μόλις τώρα άρχισε να ζει. Ο Κριλένκο και ο Πασουκάνις είναι προφανώς «σαμποτέρ».
Λεόν Τρότσκι
Οι Πραγματικότητες της Σοβιετικής Ζωής
Οι πραγματικότητες της σοβιετικής ζωής σήμερα πολύ δύσκολα μπορούν να συμβιβαστούν ακόμα και με τα ελάχιστα υπολείμματα της παλιάς Θεωρίας. Οι εργάτες είναι δεμένοι στα εργοστάσια. Οι αγρότες είναι δεμένοι στις κολλεχτίβες. Τα διαβατήρια έχουν εισαχτεί. Η ελευθερία της κίνησης έχει τελείως περιοριστεί. Είναι μεγάλο αμάρτημα να φτάσεις καθυστερημένος στη δουλιά. Τιμωρείται σαν προδοσία όχι μόνο οποιαδήποτε κριτική του Στάλιν αλλά ακόμα και η απλή αποτυχία του φυσικού καθήκοντος να γονατίσεις με όλους τους τρόπους μπροστά στον «ηγέτη». Τα σύνορα φρουρούνται από έναν αδιαπέραστο τοίχο από οπλισμένους φρουρούς και αστυνομικούς σκύλους σε μια κλίμακα που δεν υπήρξε ποτέ προηγούμενα. Οποιονδήποτε λόγο και σκοπό κι αν επικαλεστεί κανείς δεν μπορεί ούτε να μπει ούτε να βγεί. Οι ξένοι που είχαν καταφέρει προηγούμενα να μπουν μέσα στη χώρα εξοντώνονται τώρα συστηματικά. Αυτό βρίσκεται στον πυρήνα του Σοβιετικού συντάγματος, «του πιο δημοκρατικού» στον κόσμο, που λέει ότι κάθε πολίτης είναι υποχρεωμένος κάποτε να χρησιμοποιήσει τη σφαίρα του για το ένα και μοναδικό θύμα που συνέλαβε ο Στάλιν ή οι πράχτορές του. Ο Τύπος, το ραδιόφωνο, όλα τα όργανα της προπαγάνδας, της αγκιτάτσιας και της εθνικής εκπαίδευσης βρίσκονται ολοκληρωτικά στα χέρια της κλίκας που κυβερνά. Στα τελευταία πέντε χρόνια όχι λιγότερα από μισό έκατομμύριο μέλη, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, διαγράφτηκαν από το Κόμμα. Ούτε ξέρουμε σίγουρα πόσοι εκτελέστηκαν, ρίχτηκαν στις φυλακές ή στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, ή εξορίστηκαν στη Σιβηρία. Σίγουρα όμως εκατοντάδες χιλιάδες κομματικά μέλη είχαν την ίδια τύχη με εκατομμύρια μη κομματικά μέλη. Θα είταν εξαιρετικά δύσκολο να βάλει κανείς στα μυαλά όλων αυτών των εκατομμυρίων ανθρώπων, των οικογενειών, των συγγενών και των φίλων τους την ιδέα ότι το σταλινικό κράτος απονεκρώνεται. Στραγγαλίζει άλλους, αλλά το ίδιο καθόλου δεν απονεκρώνεται. Αντίθετα έχει φέρει το κράτος σ’ ένα σημείο τόσο άγριας έντασης που δεν έχει κανένα προηγούμενο στην ιστορία του ανθρώπινου γένους.
Παρόλ’ αυτά η επίσημη εκδοχή είναι ότι ο σοσιαλισμός έχει πραγματοποιηθεί! Σύμφωνα με τα επίσημα κείμενα η χώρα βρίσκεται στο δρόμο προς τον ολοκληρωμένο κομμουνισμό. Ο Μπέρια θα διαφωτίσει τους αμφισβητίες. Αλλά στο σημείο αυτό παρουσιάζεται η κύρια δυσκολία. Αν πιστέψουμε τους Μαρξ, Έγκελς και Λένιν, το κράτος είναι το όργανο της ταξικής κυριαρχίας. Ο μαρξισμός έχει από πολύ καιρό αποκαλύψει ότι όλοι οι άλλοι ορισμοί του κράτους είναι θεω-ρητικές διαστρεβλώσεις που χρησιμεύουν σαν κάλυμμα για τα συμφέροντα των εκμεταλλευτών. Σ’ αυτή την περίπτωση τί σημαίνει το κράτος σε μια χώρα όπου «έχουν τσακιστεί ολοκληρωτικά οι τάξεις»; Οι σοφοί του Κρεμλίνου έχουν πολλές φορές κουράσει τους εγκεφάλους τους πάνω σ’ αυτό το ζήτημα. Αλλά, φυσικά, το πρώτο που έκαναν είταν να συλλάβουν όλους όσους τους θύμιζαν τη μαρξιστική θεωρία του κράτους. Μια όμως και δεν είταν ούτε αυτό αρκετό, χρειάστηκε και κάποια θεωρητικοφανής ερμηνεία του σταλινικού απολυταρχισμού. Αυτή η ερμηνεία δόθηκε σε δύο δόσεις. Στο 14ο συνέδριο του Κόμματος, πριν πέντε χρόνια, ο Στάλιν και ο Μόλοτοφ εξηγούσαν ότι το αστυνομικό κράτος χρειαζόταν στην πάλη ενάντια στα «κατάλοιπα» των παλιών κυρίαρχων τάξεων και ειδικά ενάντια στους «διασπαστές» του τροτσκισμού. Αυτά τα κατάλοιπα και οι διασπαστές είταν σίγουρα, όπως έλεγαν, ασήμαντα. Αλλά επειδή είταν εξαιρετικά «λυσσασμένοι» η πάλη ενάντιά τους απαιτεί τη μεγαλύτερη προσοχή και ετοιμότητα. Αυτή η θεωρία είταν εξαιρετικά ηλίθια. Γιατί ένα ολοκληρωτικό κράτος χρειαζόταν την πάλη ενάντια σε «αδύναμα κατάλοιπα» τη στιγμή που η Σοβιετική Δημοκρατία αποδειχνόταν απόλυτα επαρκής για την ανατροπή των ίδιων των κυρίαρχων τάξεων; Ποτέ δεν δόθηκε ικανοποιητική απάντηση σ’ αυτό το ερώτημα. Αλλά ακόμη κι έτσι, αυτή η θεωρία της εποχής του 17ου Συνεδρίου πρέπει να απορριφτεί. Τα τελευταία 5 χρόνια έχουν σ’ ένα μεγάλο μέρος αφιερωθεί στην καταστροφή των «υπολειμμάτων του τροτσκισμού». Το κόμμα, η κυβέρνηση, ο στρατός και τα διπλωματικά σώματα έχουν βαφτεί με αίμα και έχουν αποκεφαλιστεί. Τα πράγματα έχουν προχωρήσει τόσο πολύ ώστε ο Στάλιν στο τελευταίο Συνέδριο αναγκάστηκε, για να καλμάρει τον ίδιο του τον κρατικό μηχανισμό, να υποσχεθεί ότι δεν θα καταφύγει στο μέλλον σε μεγάλης κλίμακας εκκαθαρίσεις. Αυτό φυσικά είναι ψέμα. Το βοναπαρτιστικό κράτος θα βρεθεί και πάλι αναγκασμένο στο μέλλον να κατάβροχθίσει την κοινωνία τόσο φυσικά όσο και πνευματικά. Αυτό δεν μπορεί να το αποδεχτεί ο Στάλιν. Ορκίζεται ότι δεν θα ξαναγίνουν εκκαθαρίσεις. Τότε, αν είναι έτσι, και αν οι «διασπαστές» του τροτσκισμού μαζί με τα «υπολείμματα» των παλιών κυρίαρχων τάξεων έχουν τελείως καταστραφεί, τότε γεννιέται το ερώτημα: «Ενάντια σε ποιόν χρειάζεται αναγκαία το κράτος;».
Σ’ αυτό ο Στάλιν απαντά: «Η ανάγκη του κράτους γεννιέται από την καπιταλιστική περικύκλωση και τους κινδύνους που γεννά αυτή για τη χώρα του σοσιαλισμού». Με τη στερεότυπη μονοτονία ενός φοιτητή της θεολογίας, πράγμα τόσο οικείο σ’ αυτόν, επαναλαμβάνει συνεχώς και αναμασά αυτή την ιδέα: «Η λειτουργία της στρατιωτικής καταστολής μέσα στη χώρα έχει ατονήσει, έχει εξαφανιστεί, η λειτουργία της στρατιωτικής υπεράσπισης της πατρίδας από εξωτερικές επιθέσεις έχει διατηρηθεί απόλυτα». Και παρακάτω: «Σ’ ό,τι αφορά το στρατό μας, τα πειθαρχικά μας όργανα και τις μυστικές μας υπηρεσίες δεν έχουν πια κανένα εσωτερικό στόχο μέσα στη χώρα μας, αλλά σκοπεύουν ενάντια στον εξωτερικό εχθρό».
Ας δεχτούμε, για να αναπτύξουμε το συλλογισμό μας ότι όλα αυτά τα πράγματα συμβαίνουν. Ας δεχτούμε ότι η ανάγκη της διατήρησης και ενίσχυσης του συγκεντρωτικού γραφειοκρατικού μηχανισμού προκύπτει μόνο από την πίεση του ιμπεριαλισμού. Αλλά το κράτος από την ίδια του τη φύση, είναι η κυριαρχία του ανθρώπου πάνω στον άνθρωπο. Ο σοσιαλισμός όμως έχει σαν στόχο του τη διάλυση της κυριαρχίας του ανθρώπου από τον άνθρωπο σ’ όλες της τις μορφές. Αν το κράτος δεν διατηρείται μόνο αλλά και δυναμώνει, γίνεται όλο και πιο άγριο, τότε αυτό σημαίνει ότι ο σοσιαλισμός δεν έχει ακόμα επιτευχθεί. Αν ο προνομιούχος κρατικός μηχανισμός είναι το προϊόν της καπιταλιστικής περικύκλωσης τότε αυτό σημαίνει ότι σε μια καπιταλιστική περικύκλωση σε μια απομονωμένη χώρα ο σοσιαλισμός δεν είναι δυνατός. Προσπαθώντας να βγάλει έξω την ουρά του ο Στάλιν πιάνεται από τη μύτη. Δικαιολογώντας τη βοναπαρτιστική του αρχή, αναθεωρεί τη βασική του θεωρία της οικοδόμησης του σοσιαλισμού σε μια μόνη χώρα. Έτσι, η νέα θεωρία του Στάλιν είναι σωστή μόνο σ’ εκείνο το κομμάτι που αναθεωρεί την παλιά του θεωρία. Σε όλα τα άλλα σημεία είναι άχρηστη. Η πάλη του εργατικού κράτους ενάντια στον ιμπεριαλιστικό κίνδυνο φυσιολογικά απαιτεί ένα στρατό, ένα γενικό επιτελείο, μια μυστική υπηρεσία κλπ. Αυτό όμως σημαίνει ότι το εργατικό κράτος απαιτεί συνταγματάρχες, στρατηγούς και ναυάρχους, με τα ανάλογα κέρδη και προνόμια. Στις 31 Οχτώβρη 1920, σε μια εποχή που ο ηρωικός Κόκκινος Στρατός δεν είχε ακόμα ένα ειδικό στρατιωτικό σώμα εκδόθηκε μια ειδική ημερήσια διαταγή που έλεγε:
«Μέσα στη στρατιωτική οργάνωση... υπάρχει ανισότητα που σε μερικές περιπτώσεις είναι απόλυτα κατανοητή και ακόμα αναπόφευχτη αλλά που σε άλλες περιπτώσεις είναι απόλυτα απαράδεχτη, υπερβολική και μερικές φορές εγκληματική».
Και η τελευταία παράγραφος αυτής της ημερήσιας διαταγής καταλήγει: «Χωρίς να βάζουμε το ακατόρθωτο καθήκον της άμεσης εξάλειψης οποιασδήποτε διάκρισης μέσα στο στράτευμα, πρέπει να παλεύουμε συστηματικά για την όσο το δυνατό πιο γρήγορη εξάλειψη όλων εκείνων των προνομίων που δεν πηγάζουν καθόλου από τις απαιτήσεις της στρατιωτικής τέχνης και που δεν μπορούν παρά να βλάψουν το αίσθημα της ισότητας και συντροφικότητας των ανδρών του Κόκκινου Στρατού». Αυτή είταν η θεμελιακή γραμμή της σοβιετικής κυβέρνησης σ’ εκείνη την περίοδο. Σήμερα η πολιτική παίρνει μια διαμετρικά αντίθετη κατεύθυνση. Η ανάπτυξη και η ενίσχυση της στρατιωτικής και πολιτικής κάστας σημαίνει ότι η κοινωνία δεν κινείται προς το σοσιαλιστικό ιδεώδες αλλά απομακρύνεται απ’ αυτό –ανεξάρτητα αν γι’ αυτό ευθύνονται οι ξένοι ιμπεριαλιστές ή οι ντόπιοι βοναπάρτες.
Το ίδιοι ισχύει και για τη μυστική υπηρεσία στην οποία ο Στάλιν βλέπει την πεμπτουσία του κράτους. Στο Συνέδριο, όπου οι πράχτορες της Γκέ-Πέ-Ου αποτελούσαν την πλειοψηφία, ο Στάλιν είπε τα ακόλουθα: «Η μυστική υπηρεσία είναι απαραίτητη για τη σύλληψη και την τιμωρία των κατασκόπων, των δολοφόνων και αποστατών, που οι ξένες υπηρεσίες στέλνουν στη χώρα μας».
Φυσικά κανείς δεν αρνείται την ανάγκη μιας μυστικής υπηρεσίας ενάντια στις δολοπλοκίες του ιμπεριαλισμού. Αλλά η ουσία του ζητήματος βρίσκεται στη θέση που κρατούνται όργανα της μυστικής υπηρεσίας απέναντι στους ίδιους τους σοβιετικούς πολίτες. Μια αταξική κοινωνία δεν μπορεί να μη δένεται με δεσμούς εσωτερικής αλληλεγγύης. Ο Στάλιν στο ραπόρτο του αναφέρονταν πολλές φορές σ’ αυτή την αλληλεγγύη, που την αποκαλούσε «μονολιθική». Αλλά οι πράχτορες, οι αποστάτες και οι σαμποτέρ χρειάζονται ένα κάλυμμα, ένα περιβάλλον που να τους συμπαθεί. Και όσο μεγαλύτερη είναι η αλληλεγγύη μέσα σε μια δοσμένη κοινωνία και όσο μεγαλύτερη η πίστη στο υπάρχον καθεστώς τόσο λιγότερος χώρος μένει για τα αντισοσιαλιστικά στοιχεία. Τότε πώς εξηγείται ότι στην ΕΣΣΔ, αν πιστέψουμε τον Στάλιν, γίνονται τόσα εγκλήματα όσα δεν γίνονταν στην παρακμασμένη αστική κοινωνία; Επιτέλους δεν αρκεί καθόλου η μοχθηρία των ιμπεριαλιστικών κρατών. Η δράση των μικροβίων δεν καθορίζεται τόσο από την ισχύ τους, όσο από την αντίσταση που συναντούν και μέσα στον ζωνταντό οργανισμό. Πώς μπορούν οι ιμπεριαλιστές να βρουν μέσα σε μια «μονολιθική» σοσιαλιστική κοινωνία ένα αμέτρητο αριθμό παραγόντων που κατέχουν τις πιο επιφανείς θέσεις; Ή για να το τοποθετήσουμε διαφορετικά, πώς συμβαίνει κατάσκοποι και διαστρεβλωτές του μαρξισμού να μπορούν να κατέχουν σε μια σοσιαλιστική κοινωνία θέσεις σαν μέλη ή και ηγέτες της κυβέρνησης, μέλη του Πολιτικού Γραφείου και των πιο σημαντικών θέσεων στο στρατό; Τελικά, αν από τη σοσιαλιστική κοινωνία λείπει τόσο πολύ η εσωτερική ευκινησία ώστε για να σωθεί να πρέπει να καταφύγει σε μια πανίσχυρη, διεθνή και ολοκληρωτική μυστική υπηρεσία, τότε τα πράγματα πρέπει να είναι πραγματικά πολύ άσχημα αφού επικεφαλής της υπηρεσίας βρίσκεται ένας μπράβος σαν το Γιακόντα που χρειάστηκε να εκτελεστεί ή σαν τον Γιέζοφ που χρειάστηκε να πέσει σε δυσμένεια. Ποιός μένει; Ο Μπέρια; Το κουδούνι θα χτυπήσει και γι’ αυτόν σύντομα!
Στην πραγματικότητα είναι πολύ γνωστό ότι η Γκέ-Πέ-Ου δεν εξοντώνει μόνο κατασκόπους και πράχτορες των ιμπεριαλιστών αλλά τους πολιτικούς αντιπάλους της κλίκας που κυβερνά. Το μόνο που προσπαθεί να κάνει ο Στάλιν είναι να ανεβάσει τις ίδιες του τις στημένες δίκες σ’ ένα «θεωρητικό» επίπεδο. Αλλά για ποιό λόγο η γραφειοκρατία αναγκάζεται να αποκρύβει τους πραγματικούς σκοπούς της και να αποκαλεί τους επαναστάτες αντιπάλους της ξένους κατασκόπους; Η ιμπεριαλιστική περικύκλωση δεν εξηγεί αυτές τις στημένες δίκες. Οι λόγοι πρέπει να έχουν μια δική τους εσωτερική φύση, πηγάζοντας από την ίδια τη δομή της σοβιετικής κοινωνίας. Ας προσπαθήσουμε να βρούμε μερικές συμπληρωματικές αποδείξεις που πηγάζουν από τα ίδια τα χείλη του Στάλιν.
Χωρίς καμιά σχέση με το υπόλοιπο ραπόρτο ο Στάλιν έκανε την παρακάτω παρατήρηση: «Στη θέση της λειτουργίας της διαφθοράς έχει εκδηλωθεί μέσα στο κράτος η λειτουργία της διασφάλισης της σοσιαλιστικής ίδιοχτησίας ενάντια στους κλέφτες, και τους καταχραστές του εθνικού πλούτου». Έτσι φαίνεται ότι το κράτος υπάρχει όχι μόνο ενάντια στους ξένους κατάσκοπους αλλά επίσης και ενάντια στους ντόπιους κλέφτες. Και επιπλέον η εξουσία αυτών των κλεφτών είναι τόσο μεγάλη που δικαιολογεί την ύπαρξη μιας ολοκληρωτικής διχτατορίας και ακόμα παρέχει τα θεμέλια μιας νέας φιλοσοφίας του κράτους. Είναι εντελώς προφανές ότι αν οι άνθρωποι κλέβουν ο ένας τον άλλον τότε κυριαρχεί η πιο σκληρή δυστυχία και η πιο τρομερή ανισότητα στην κοινωνία εξαιτίας της κλεψιάς. Σ’ αυτό το σημείο αποδείχνεται ότι βρισκόμαστε πιο κοντά στη ρίζα των πραγμάτων. Η κοινωνική ανισότητα και δυστυχία είναι πολύ σημαντικοί ιστορικοί παράγοντες που εξηγούν αυτοί καθεαυτοί την ύπαρξη του κράτους. Η ανισότητα απαιτεί πάντα ένα φύλακα· τα προνόμια πάντα απαιτούν προστασία και η καταπάτηση των δικαιωμάτων των απόκληρων απαιτεί τιμωρία. Αυτή ακριβώς είναι η λειτουργία του ιστορικού κράτους.
Αυτά που Αποσιωπά ο Στάλιν
Σ’ ό,τι αφορά τη δομή της «σοσιαλιστικής» κοινωνίας το πιο σημαντικό στο ραπόρτο του Στάλιν δεν είναι αυτά που λέει αλλά αυτά που αποσιωπά. Σύμφωνα μ’ αυτόν, ο αριθμός των εργατών και των δημοσίων υπαλλήλων αυξήθηκε από 22 εκατομμύρια το 1933, σε 28 εκατομμύρια το 1938. Η παραπάνω κατηγορία υπαλλήλων περιλαμβάνει όχι μόνο τους απασχολούμενους σε κοοπερατίβες αλλά επίσης και τα μέλη του Συμβουλίου των Κομισσαρίων του Λαού. Εργάτες και υπάλληλοι είναι ανακατεμένοι εδώ όπως και σε όλες τις σοβιετικές στατιστικές έτσι που δεν αποκαλύπτεται το αριθμητικό μέγεθος της γραφειοκρατίας και η ταχεία της άνοδος και κυρίως η ταχεία άνοδος του εισοδήματός της.
Στα δέκα χρόνια που έχουν περάσει ανάμεσα στα 2 τελευταία Συνέδρια του Κόμματος, το ετήσιο μισθολογικό εισόδημα των εργατών και των υπαλλήλων έχει αυξηθεί, σύμφωνα με τον Στάλιν από 35 δισεκατομμύρια σε 96 δισεκατομμύρια δηλαδή έχει σχεδόν τριπλασιαστεί (αν αφήσουμε κατά μέρος την μεταβολή στην αγοραστική δύναμη του ρουβλιοϋ). Αλλά πώς είναι κατανεμημένα αυτά τα 96 δισεκατομμύρια ανάμεσα στους εργάτες και τους υπάλληλους των διαφόρων κατηγοριών; Πάνω σ’ αυτό το ζήτημα ούτε λέξη. Ο Στάλιν το μόνο που μας λέει είναι ότι «Ο μέσος ετήσιος μισθός των βιομηχανικών εργατών από 1.513 ρούβλια το 1933 ανέβηκε σε 3.447 ρούβλια το 1938!». Με έκπληξη βλέπουμε εδώ ότι η αναφορά αφορά μόνο τους εργάτες· αλλά δεν είναι δύσκολο να δείξουμε ότι το ζήτημα αφορά τόσο τους εργάτες όσο και τους υπάλληλους. Χρειάζεται μόνο να πολλαπλασιάσουμε τον ετήσιο μισθό (3.447 ρούβλια) με τον συνολικό αριθμό των εργατών και υπαλλήλων (28 εκατομμύρια) για να έχουμε το συνολικό ποσό των ετήσιων μισθών των εργατών και υπαλλήλων που αναφέρονταν από τον Στάλιν, δηλαδή 96 δισεκατομμύρια ρούβλια. Για να ωραιοποιήσει τη θέση των εργατών ο «Αρχηγός» επιτρέπει στον εαυτό του τη φτηνότερη απάτη για την οποία θα ντρέπονταν και ο πιο συνειδητός αστός δημοσιογράφος. Συνεπώς αν αφήσουμε κατά μέρος την αλλαγή της αγοραστικής δύναμης του νομίσματος, ο μέσος ετήσιος μισθός των 3.447 ρουβλίων σημαίνει μόνο ότι αν οι μισθοί των ανειδίκευτων και των ειδικευμένων εργατών, των σταχανοβιστών, των μηχανικών, των διευθυντών των τραστ και των Λαϊκών Κομισσάριων της βιομηχανίας προστεθούν όλοι μαζί τότε έχουμε ένα μέσο όρο μικρότερο από 3.500 ρούβλια το χρόνο για τον καθένα. Ποια λοιπόν είναι η αύξηση της πληρωμής των εργατών, των μηχανικών, και του ανώτερου προσωπικού τα τελευταία πέντε χρόνια; Πόσα παίρνει τώρα ένας ανειδίκευτος εργάτης το χρόνο; Πάνω σ’ αυτό ούτε μια λέξη. Οι μισές στατιστικές για τους μισθούς, το εισόδημα κλπ., πάντα καταλήγουν να είναι του χειρότερου τύπου αστική απολογητική. Στις πολιτισμένες χώρες αύτη η μέθοδος έχει τελείως απορριφτεί γιατί δεν εξαπατά πια κανέναν. Όμως είχε γίνει η ευνοούμενη μέθοδος της χώρας όπου έχει επικρατήσει ο σοσιαλισμός και όπου όλες οι κοινωνικές σχέσεις όφειλαν να διακρίνονται από μια κρυστάλλινη διαύγεια. Ο Λένιν έλεγε: «σοσιαλισμός είναι να κρατάς καλούς λογαριασμούς». Ο Στάλιν διδάσκει: «σοσιαλισμός είναι να εξαπατάς». Πέρα από οτιδήποτε άλλο, θα είταν το χειρότερο σφάλμα να σκεφτόμαστε ότι το παραπάνω μέσο εισόδημα που επικαλείται ο Στάλιν περιλαμβάνει όλο το εισόδημα των ανωτέρων «υπαλλήλων» δηλαδή της κάστας που κυβερνά. Στην πραγματικότητα επιπρόσθετα στους επίσημους και σχετικά μέτριους μισθούς, οι αποκαλούμενοι υπεύθυνοι «εργάτες» απολαμβάνουν μυστικούς μισθούς από τα ταμεία της Κεντρικής ή των Τοπικών Επιτροπών, έχουν στη διάθεσή τους αυτοκίνητα (υπάρχουν ακόμα και ειδικά σχέδια για την παραγωγή των πιο τελειοποιημένων αυτοκινήτων που τα χρησιμοποιούν οι «υπεύθυνοι εργάτες»), εξαιρετικά διαμερίσματα, θερινές κατοικίες, σανατόρια και νοσοκομεία. Για να ικανοποιήσουν τις ανάγκες τους ή τη ματαιοδοξία τους αναγείρονται «σοβιετικά παλάτια» κάθε είδους. Επίσης μονοπωλούν σχεδόν τα καλύτερα σχολεία, τα θέατρα κλπ. Όλες αυτές οι τεράστιες πηγές εισοδήματος (είναι έξοδα του κράτους) δεν περιλαμβάνονται φυσικά στα 96 δισεκατομμύρια που αναφέρει ο Στάλιν. Και ακόμα ο Στάλιν δεν τολμά καν να αγγίξει το ερώτημα πώς το νόμιμο ποσό των μισθών (96 δισεκατομμύρια) μοιράζεται στους εργάτες και τους υπαλλήλους, στους ανειδίκευτους εργάτες και τους σταχανοβιστές, στα ανώτερα και τα κατώτερα στρώματα των εργαζομένων. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η μερίδα του λέοντος της αύξησης του επίσημου μισθού πηγαίνει στους σταχανοβιστές, πηγαίνει για πρίμ στους μηχανικούς κ.ο.κ. Χρησιμοποιώντας τους μέσους όρους που η ακρίβεια τους δεν εμπνέει εμπιστοσύνη, αναμειγνύοντας στην ίδια κατηγορία τους εργάτες και τους υπάλληλους, τους υπάλληλους και τα ανώτερα στρώματα της γραφειοκρατίας, αποσιωπώντας μυστικά κονδύλια πολλών δισεκατομμυρίων, «ξεχνώντας» να αναφερθεί στους υπάλληλους και αναφέροντας μόνο τους εργάτες για τον καθορισμό του «μέσου μισθού» ο Στάλιν επιδιώκει ένα απλό στόχο: να εξαπατήσει τους εργάτες, να εξαπατήσει ολόκληρο τον κόσμο και να κρύψει το τεράστιο και συνεχώς αυξανόμενο εισόδημα της προνομιούχας κάστας.
Ένα Όργανο για Κλέφτες και Απατεώνες
«Η υπεράσπιση της σοσιαλιστικής ίδιοχτησίας ενάντια στους κλέφτες και τους καταχραστές» ισοδυναμεί λοιπόν 9 φορές στις 10, με την υπεράσπιση του εισοδήματος της γραφειοκρατίας ενάντια σε οποιαδήποτε διαμαρτυρία των μη-προνομιούχων στρωμάτων του πληθυσμού. Ούτε θα ήταν λάθος να προσθέσουμε ότι το μυστικό εισόδημα της γραφειοκρατίας που δεν βασίζεται ούτε στις αρχές του σοσιαλισμού ούτε στους νόμους της χώρας δεν είναι τίποτε άλλο παρά κλεψιά. Επιπρόσθετα μαζί μ’ αύτη τη νομιμοποιημένη κλεψιά υπάρχει και η παράνομη υπερκλεψιά που μπροστά της ο Στάλιν είναι αναγκασμένος να κλείνει τα μάτια γιατί οι κλέφτες είναι το πιο γερό του στήριγμα. Το βοναπαρτιστικό απαράτ του κράτους είναι λοιπόν ένα όργανο υπεράσπισης των γραφειοκρατών κλεφτών και καταχραστών του εθνικού πλούτου. Αυτή η θεωρητική φόρμουλα βρίσκεται πολύ πιο κοντα στην αλήθεια.
Ο Στάλιν είναι αναγκασμένος να λέει ψέματα για την κοινωνική φύση του κράτους του για τον ίδιο λόγο που πρέπει να λέει ψέματα για τους μισθούς των εργατών. Και στις δύο περιπτώσεις εμφανίζεται σαν ο συνήγορος των προνομιούχων παρασίτων. Στη χώρα που έχει γίνει η προλεταριακή επανάσταση είναι απαράδεχτο να υποθάλπεις την ανισότητα, να δημιουργείς μια αριστοκρατία, και να συσσωρεύεις προνόμια μέσα από κύματα ψεύδους και τερατώδεις καταπιέσεις.
Η κατάχρηση και η κλεψιά, οι κύριες πηγές εισοδήματος της γραφειοκρατίας, δεν αποτελούν ένα σύστημα εκμετάλλευσης με την επιστημονική έννοια του όρου. Αλλά από την άποψη των συμφερόντων και της θέσης των λαϊκών μαζών είναι άπειρα χειρότερο από μια «οργανική» εκμετάλλευση. Η γραφειοκρατία δεν είναι μια κατέχουσα τάξη, με την επιστημονική έννοια του όρου, αλλά περιέχει μέσα της δέκα φορές περισσότερα τα ελαττώματα μιας κατέχουσας τάξης. Και ακριβώς η απουσία καθαρών ταξικών σχέσεων και η αδυναμία τους να λειτουργήσουν και να στηριχθούν στα κοινωνικά θεμέλια της Οχτωβριανής Επανάστασης δίνουν ένα σπασμωδικό χαραχτήρα στη λειτουργία της κρατικής μηχανής. Για τη διατήρηση της συστηματικής κλεψιάς της γραφειοκρατίας, ο μηχανισμός της αναγκάζεται να καταφύγει σε συστηματικές πράξεις ληστείας, το σύνολο όλων αυτών των πραγμάτων συνιστά το σύστημα του βοναπαρτιστικού γκαγκστερισμού.
Το να πιστεύει κανείς ότι αυτό το κράτος είναι ικανό να «απονεκρωθεί» ειρηνικά είναι σα να ζει σ’ ένα κόσμο θεωρητικού παραληρήματος. Η βοναπαρτιστική κάστα πρέπει να συντριβεί, το σοβιετικό κράτος πρέπει να αναγεννηθεί. Μόνο τότε θα ανοίξουν οι προοπτικές της απονέκρωσης του κράτους.
Γράφτηκε: την 1η του Μάη 1939
Δημοσιεύτηκε: Για πρώτη φορά στο Νο 11 του Θεωρητικού Περιοδικού της ΕΔΕ «Επαναστατική Μαρξιστική Επιθεώρηση» (Φλεβάρης-Μάης 1978)
πηγή: ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΚΑΦΕΝΕΙΟ
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου