Σάββατο 6 Οκτωβρίου 2012

ΜΙΣΩ ΤΟΥΣ ΑΔΙΑΦΟΡΟΥΣ

 Η αδιαφορία είναι το νεκρό βάρος της ιστορίας
του Αντόνιο Γκράμσι...
«Μισώ τους αδιάφορους. Πιστεύω ότι το να ζεις σημαίνει να εντάσσεσαι κάπου. Όποιος ζει πραγματικά δεν μπορεί να μην είναι πολίτης και ενταγμένος. Η αδιαφορία είναι αβουλία, είναι παρασιτισμός, είναι δειλία, δεν είναι ζωή. Γι’ αυτό μισώ τους αδιάφορους.

Η αδιαφορία είναι το νεκρό βάρος της ιστορίας.
 Η αδιαφορία δρα δυνατά πάνω στην ιστορία. 
Δρα παθητικά, αλλά δρα. 
Είναι η μοιρολατρία.
 Είναι αυτό που δεν μπορείς να υπολογίσεις. 
Είναι αυτό που διαταράσσει τα προγράμματα, που ανατρέπει τα σχέδια που έχουν κατασκευαστεί με τον καλύτερο τρόπο. Είναι η κτηνώδης ύλη που πνίγει την ευφυΐα...
Αυτό που συμβαίνει, το κακό που πέφτει πάνω σε όλους, συμβαίνει γιατί η μάζα των ανθρώπων απαρνείται τη βούλησή της, αφήνει να εκδίδονται νόμοι που μόνο η εξέγερση θα μπορέσει να καταργήσει, αφήνει να ανέβουν στην εξουσία άνθρωποι που μόνο μια ανταρσία θα μπορέσει να ανατρέψει. Μέσα στη σκόπιμη απουσία και στην αδιαφορία λίγα χέρια, που δεν επιτηρούνται από κανέναν έλεγχο, υφαίνουν τον ιστό της συλλογικής ζωής, και η μάζα είναι σε άγνοια, γιατί δεν ανησυχεί. Φαίνεται λοιπόν σαν η μοίρα να συμπαρασύρει τους πάντες και τα πάντα, φαίνεται σαν η ιστορία να μην είναι τίποτε άλλο από ένα τεράστιο φυσικό φαινόμενο, μια έκρηξη ηφαιστείου, ένας σεισμός όπου όλοι είναι θύματα, αυτοί που τον θέλησαν κι αυτοί που δεν τον θέλησαν, αυτοί που γνώριζαν κι αυτοί που δεν γνώριζαν, αυτοί που ήταν δραστήριοι κι αυτοί που αδιαφορούσαν. Κάποιοι κλαψουρίζουν αξιοθρήνητα, άλλοι βλαστημάνε χυδαία, αλλά κανείς ή λίγοι αναρωτιούνται: αν είχα κάνει κι εγώ το χρέος μου, αν είχα προσπαθήσει να επιβάλλω τη βούλησή μου, θα συνέβαινε αυτό που συνέβη;

Μισώ τους αδιάφορους και γι’ αυτό: γιατί με ενοχλεί το κλαψούρισμά τους, κλαψούρισμα αιωνίων αθώων. Ζητώ να μου δώσει λογαριασμό ο καθένας απ’ αυτούς με ποιον τρόπο έφερε σε πέρας το καθήκον που του έθεσε και του θέτει καθημερινά η ζωή, γι’ αυτό που έκανε και ειδικά γι’ αυτό που δεν έκανε. Και νιώθω ότι μπορώ να είμαι αδυσώπητος, ότι δεν μπορώ να χαλαλίσω τον οίκτο μου, ότι δεν μπορώ να μοιραστώ μαζί τους τα δάκρυά μου.

Είμαι ενταγμένος, ζω, νιώθω ότι στις συνειδήσεις του χώρου μου ήδη πάλλεται η δραστηριότητα της μελλοντικής πόλης, που ο χώρος μου χτίζει. Και μέσα σ’ αυτήν την πόλη η κοινωνική αλυσίδα δεν βαραίνει τους λίγους, μέσα σ’ αυτήν κάθε συμβάν δεν οφείλεται στην τύχη, στη μοίρα, μα είναι ευφυές έργο των πολιτών. Δεν υπάρχει μέσα σ’ αυτήν κανείς που να στέκεται να κοιτάζει από το παράθυρο ενώ οι λίγοι θυσιάζονται, κόβουν τις φλέβες τους. Ζω, είμαι ενταγμένος. Γι’ αυτό μισώ αυτούς που δεν συμμετέχουν, μισώ τους αδιάφορους».
11 Φεβρουαρίου 1917
πηγη
-------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΝΤΟΝΙΟ ΓΚΡΑΜΣΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ:
Ο Αντόνιο Γκράμσι (Antonio Gramsci)-(κωμόπολη Άλες Σαρδηνίας, 23 Ιανουαρίου 1891Ρώμη, 27 Απριλίου 1937) ήταν Ιταλός φιλόσοφος, συγγραφέας, πολιτικός και πολιτικός επιστήμονας.
Ήταν ο τέταρτος γιος σε μια οικογένεια με επτά αγόρια, με πατέρα τον αλβανικής καταγωγής Φραντσέσκο Γκράμσι (η οικογένειά του μετανάστευσε γύρω στα 1700 στη Νότια Ιταλία), χαμηλόβαθμο δημόσιο υπάλληλο και μητέρα του την Πεππίνα (Τζιουζεππίνα) Γκράμσι, κόρη εφοριακού υπαλλήλου. Σπούδασε με υποτροφία που κέρδισε στο Πανεπιστήμιο του Τορίνο. Εκεί μυήθηκε στις σοσιαλιστικές ιδέες και στα 1913 έγινε μέλος του Ιταλικού Σοσιαλιστικού Κόμματος. Σε πολύ μικρό διάστημα αναδείχτηκε σε καθοδηγητικό στέλεχός του. Το 1914 παίρνει το πτυχίο του και τον επόμενο χρόνο περνά στη σύνταξη της σοσιαλιστικής εφημερίδας του Τορίνο «Η Κραυγή του Λαού» και λίγο αργότερα στη σύνταξη του κεντρικού οργάνου του Σοσιαλιστικού Κόμματος «Εμπρός» (Avanti-αρχισυντάκτης τού οποίου είχε διατελέσει παλαιότερα ο αρχικώς σοσιαλιστής, από αναρχικό πατέρα και μετέπειτα φασιστής Ιταλός δικτάτορας Μπενίτο Μουσολίνι) και της «Νέας Τάξης».
Το 1920 καθοδηγεί την μεγάλη απεργία των εργατών για την υπεράσπιση των εργοστασιακών επιτροπών του Τορίνο και διατυπώνει το πολιτικό πρόγραμμα-μανιφέστο «Για την ανανέωση του Σοσιαλιστικού Κόμματος». Στις 21 Ιανουαρίου 1921 ιδρύει το Κομμουνιστικό Κόμμα της Ιταλίας.
Η άνοδος των φασιστών στην εξουσία είχε ως αποτέλεσμα να τεθούν εκτός νόμου το Κ.Κ.Ι. και οι άλλες δημοκρατικές οργανώσεις και να συλληφθούν οι ηγέτες τους, ανάμεσα στους οποίους και ο Γκράμσι. Στη δίκη που ακολούθησε, καταδικάστηκε σε εικοσαετή φυλάκιση. Αλλά και μέσα στη φυλακή ο Γκράμσι δε σταμάτησε ν’ αγωνίζεται. Μελετά και γράφει με σκοπό να προετοιμάσει ένα μεγαλόπνοο έργο πάνω στα θεωρητικά και πρακτικά προβλήματα του εργατικού κινήματος και τα εθνικά και πολιτιστικά προβλήματα της Ιταλίας. Ατυχώς το έργο αυτό δεν ολοκληρώθηκε ποτέ, διότι υπήρξε στο μεταξύ επιδείνωση τής ήδη κλονισμένης από τις κακουχίες υγείας του που τον οδήγησε στο θάνατο στις 27 Απριλίου 1937.
Άφησε έναν τεράστιο όγκο δοκιμίων, άρθρων και σημειώσεων, που εκδόθηκαν για πρώτη φορά ύστερα από τον πόλεμο και που επηρέασαν και επηρεάζουν την σύγχρονη κίνηση των ριζοσπαστικών ιδεών σε όλον τον κόσμο και τη μετα-μαρξιστική θεώρηση.

Γκράμσι και Μαρξισμός

Στα μέσα του 20ου αιώνα κατέστη φανερή όσο ποτέ η αποτυχία της μαρξιστικής θεωρίας. Ο Οικονομικός Ντετερμινισμός του Μαρξ που θεωρούσε ότι μόνο το βιομηχανικό προλεταριάτο μπορούσε να κάνει την επανάσταση, η οποία θα οδηγούσε αρχικώς στην εγκαθίδρυση της Δικτατορίας του Προλεταριάτου και αργότερα με πιο ώριμες τις συνθήκες στον πραγματικό Σοσιαλισμό, διαψεύστηκε από τα γεγονότα. Αρχικώς στην Κίνα, ο Μάο Τσε Τουνγκ με την επιτυχία της επανάστασής του ενάντια στους εθνικιστές του στρατηγού Τσανγκ Κάι Σεκ, βασιζόμενος στους αγρότες μιας αχανούς χώρας όπου υπήρχαν άλλωστε ελάχιστοι βιομηχανικοί εργάτες, κλόνισε την κλασική μαρξιστική θεωρία της πίστης στο βιομηχανικό προλεταριάτο ως μοναδική δύναμη της επανάστασης (οι αγρότες θεωρούντο ότι ενδιαφέροντο μόνο για την κατοχή ενός κομματιού γης και δεν είχαν ανεπτυγμένη ταξική συνείδηση ούτε και μπορούσαν να αναπτύξουν τέτοια ένεκα του ότι ήταν βαθιά συντηρητικοί, λόγω του γεγονότος των στενών δεσμών τους με τη γη και των προκαταλήψεων, δεισιδαιμονιών και εν τέλει βαθύτατου συντηρητισμού που αυτό συνεπάγεται-Ένας αγρότης όντας δέσμιος και των διαθέσεων τού καιρού αναπτύσσει φοβικά σύνδρομα και μοιρολατρικές συνήθειες και κοσμοθεώρηση ενώ τείνει να πιστεύει υπερβολικώς στην αξία της σκληρής δουλειάς ακόμα και όταν τυγχάνει θύμα εκμετάλλευσης).
Οι δε αναπόφευκτες σύμφωνα με τη μαρξιστική θεωρία επαναστάσεις στις εκβιομηχανισμένες χώρες της δύσης κάθε άλλο πάρα συνέβησαν. Αντιθέτως και παρά τη μεγάλη οικονομική κρίση της δεκαετίας του '30, οι κοινωνίες στράφηκαν στο φασισμό. Μετά δε το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, οι μεσαίες τάξεις απήλαυσαν εξαιρετική ευμάρεια, αντί να βυθιστούν στη φτώχεια και να αποτελέσουν τη ριζοσπαστική και κινητήριο δύναμη της εξέγερσης. Οι κομμουνιστικές κοινωνίες της εποχής χαρακτηρίζοντο επίσης από απανθρωπιά και ανεπάρκεια, στοιχεία που πόρρω απείχαν από το όραμα και τη θεωρία του Μαρξ για μια κοινωνία της αλληλεγγύης και κατάργησης των ανισοτήτων μεταξύ των τάξεων. Επιπροσθέτως, οι κομμουνιστικές ελίτ είχαν διαφθαρεί από την εξουσία και φοβούμενες τόσο την απώλεια των προνομίων τους μέσω δημοκρατικών παροχών όσο και πιθανές αντεπαναστάσεις επέβαλαν ένα κρατικό μόρφωμα χαρακτηριζόμενο από έντονη καταστολή, ολοκληρωτικές μεθόδους και στασιμότητα, αναπτύσσοντας στους κόλπους τους καχυποψία και διστακτικότητα για ρίσκα, στοιχεία που αποτέλεσαν τροχοπέδη για κάθε αλλαγή.
Ο Γκράμσι, οξυδερκής παρατηρητής των γεγονότων και των κοινωνικών ζυμώσεων και διαδικασιών, επιδίωξε να αποβάλει τον Οικονομικό Ντετερμινισμό (οικονομική αιτιοκρατία - θεωρία που χαρακτήριζε το προλεταριάτο ως τη μοναδική δύναμη ικανή να κάνει την επανάσταση, προσδίδοντας κυρίαρχη, τελολογική σχεδόν διάσταση στη σημασία των οικονομικών αρμών που συνέχουν μια κοινωνία και καθορίζουν τις μορφές συναλλαγής των ανθρώπων) και να ανάγει την εξήγηση και ουσία της κοινωνικής αλλαγής στο ρόλο του εποικοδομήματος (εποικοδόμημα ήταν κατά τον Μαρξ οι νόμοι, οι παραδόσεις, οι κυβερνήσεις, οι θρησκείες και γενικότερα όλοι οι πολιτισμικοί θεσμοί σε μια κοινωνία, την ανεξαρτησία των οποίων θεωρούσε μια ολοκληρωτική ψευδαίσθηση, άρα φενάκη που δεν θα μπορούσε ποτέ να απεικονίζει την ουσία μιας κοινωνίας, καθότι ο ίδιος προέκρινε ως μοναδική πραγματική ιδεολογική λειτουργία του πολιτισμού την προστασία των συμφερόντων της τάξης που κατείχε τις παραγωγικές δυνάμεις, π.χ. ο γάμος και η οικογενειακή ζωή φαίνεται να είναι ο τρόπος που οι άνθρωποι επιλέγουν να ζουν, αλλά στην πραγματικότητα η οικογενειακή ζωή είναι σχεδιασμένη και έχει επιβληθεί ως ορθός τρόπος ζωής για τη σταθερή παραγωγή του εργατικού δυναμικού χωρίς κόστος για τα αφεντικά, δίδοντάς τους τη δυνατότητα για καλύτερο έλεγχο των γεννήσεων, σταθερής ροής υγιούς εργατικού δυναμικού και επιβολής μορφών σταθερότητας σε μια κοινωνία. Σήμερα π.χ. που οι καπιταλιστικές κοινωνίες έχουν ανάγκη όσο ποτέ από καινοτόμες και νέες ιδέες, δημιουργία συνεχών αναγκών και όλο και περισσότερους ανθρώπους καταναλωτές σε μια παγκοσμιοποιημένη οικονομία οι μεικτοί γάμοι είναι πια μια πραγματικότητα σε πολλές δυτικές καπιταλιστικές κοινωνίες, άλλωστε κάθε νέο νοικοκυριό, ακόμα και από μέλη του ίδιου φύλου αυξάνει τις συνολικής ανάγκες μιας κοινωνίας προς κάλυψη άρα και την πώληση προϊόντων και το κέρδος των πωλητών, ο κοινωνικός δε αποκλεισμός ιδιαίτερων κοινωνικών ομάδων σε μια εποχή αδυσώπητου ανταγωνισμού για συσσώρευση πλούτου για νέες επενδύσεις, απλώς στερούσε από τους κεφαλαιοκράτες μια τεράστια αγορά, μιας και ο κοινωνικός αποκλεισμός οδηγεί συνήθως και σε οικονομικό αποκλεισμό μέσω της παρεμπόδισης κάλυψης συγκεκριμένων αναγκών).

Ιδεολογία και Ηγεμονία

Ο Γκράμσι εστίασε έτσι στην ιδέα (με την πλατωνική θεώρηση των Ιδεών) της Ιδεολογίας, που ο Μαρξ αποκαλούσε λανθασμένη συνείδηση (οι πολιτισμικοί θεσμοί που αναφέρθηκαν ανωτέρω και που νομίζουμε ότι ρυθμίζουν τη ζωή μας, λανθασμένως βεβαίως κατά τον Μαρξ). Η ιδέα της Ιδεολογίας ορίζεται ως ένα μίγμα αξιών, αντιλήψεων και συμπεριφορών μέσω των οποίων αντιλαμβανόμαστε τον υπάρχοντα κόσμο και συνδεόμαστε μαζί του. Με την έννοια αυτή ο Γκράμσι εννοούσε ότι δεν βλέπουμε τον κόσμο με ουδέτερο αντικειμενικό τρόπο αλλά υπό την οπτική εκείνη γωνία που καθορίζεται από συμπεριφορές τις οποίες θεωρούμε δεδομένες. Με τη θεωρία αυτή αναδείκνυε το ρόλο του ανθρώπινου παράγοντα, της βούλησης και επιλογής, διατηρώντας παράλληλα ως κέντρο του όλου θεωρητικού του σύμπαντος τη μαρξιστική οπτική της πάλης των τάξεων, εκτρέποντάς την όμως στο πεδίο των ιδεών και όχι της οικονομίας. Κατά τον Γκράμσι η πάλη των τάξεων έπρεπε να λαμβάνει μέρος στο ιδεολογικό πάντοτε πεδίο, με τη θεμελιακή παραδοχή ότι μόνο οι ιδέες δύναντο να επιφέρουν την επανάσταση ή αντιστοίχως, να την αποτρέψουν (ενώ ο Μαρξ υποστήριζε ότι είναι μια ξαφνική τεχνολογική αλλαγή που αναγκάζει τις κοινωνίες να αλλάξουν το ίδιο ξαφνικά την παραγωγική και οικονομική τους δομή και το ίδιο βίαια τις κοινωνικές τους συνέργειες και παραμέτρους, με αποτέλεσμα επαναστατικές διαδικασίες να λαμβάνουν χώρα).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου